Ενημερωτικό Σημείωμα επί της Γνωμοδότησης του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Τα Πρακτικά της 1ης ΕΙΔΙΚΗΣ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗΣ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ 20ης ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2016 περιλαμβάνουν την κατά το άρθρο 73 παρ. 2 του Συντάγματος Γνωμοδότηση για το σχέδιο νόμου «Ενιαίο σύστημα κοινωνικής ασφάλειας - Εθνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης», που στάλθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο, με το 44838/0092/14.4.2016 έγγραφο του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.
Επισημαίνεται ότι το ως άνω σχέδιο νόμου περιλαμβάνει 26 άρθρα που αφορούν κυρίως τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων και την υπαγωγή τους στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ). Δεν πρόκειται για το σχέδιο νόμου “Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας - Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος- Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων”, το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση. Το τελευταίο αυτό σχέδιο νόμου περιέχει 138 άρθρα, που συμπεριλαμβάνουν τόσο τις διατάξεις για τους δημοσίους υπαλλήλους, όσο και τις διατάξεις για ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα (μεταξύ των οποίων και οι ελεύθεροι επαγγελματίες) καθώς και φορολογικές ρυθμίσεις.
Η Γνωμοδότηση του Δικαστηρίου επισημαίνει ότι το σχέδιο νόμου είναι αντισυνταγματικό σε πλείονα σημεία.
1.Έλλειψη αναλογιστικών μελετών
Κατά την Εισήγησή του προς την Ολομέλεια ο Γενικός Επίτροπος της Επικράτειας Μιχαήλ Ζυμής έθεσε ως αφετηριακό και κομβικό σημείο αξιολόγησης του νομοσχεδίου την έλλειψη αναλογιστικής μελέτης. Κατά την εισήγηση: «(...) δεν συνάγεται ότι έχουν συνταχθεί και ληφθεί υπόψη αναλογιστικές μελέτες, ώστε να μπορεί να τεκμηριωθεί ότι το πλέγμα των διατάξεων αυτών και οι απονεμόμενες εφεξής παροχές, σε συνδυασμό με τα επιβαλλόμενα στους ασφαλισμένους βάρη θα λειτουργήσει μελλοντικά επ’ ωφελεία των συνταξιούχων και θα επιφέρει, έστω και μακροπρόθεσμα, μία δίκαιη εξισορρόπηση του ευρύτερου κοινωνικού συμφέροντος (βιωσιμότητα συνταξιοδοτικού συστήματος) με τον νυν επιχειρούμενο περιορισμό των δικαιωμάτων και των νομίμων προσδοκιών τους, ούτε και αιτιολογείται η αδυναμία θεσμοθέτησης ηπιότερων εναλλακτικών μέτρων για την κατηγορία των συνταξιούχων που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος σχεδίου νόμου και να εξετασθεί η συνολική επιβάρυνσή της από τα διαδοχικώς θεσπιζόμενα σε βάρος της μέτρα (άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος)».
Την θέση αυτή υιοθετεί το Δικαστήριο με αφορμή την κρίση του επί του άρθρου 13 (περί επιβολής ανωτάτου ορίου στις συντάξεις), επισημαίνοντας ότι «Ελλείψει ειδικής αναλογιστικής μελέτης, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί η αναγκαιότητα και η προσφορότητα του περιορισμού που εισάγεται με τις εν λόγω ρυθμίσεις. Πολύ περισσότερο που πρόκειται κατ’ ουσίαν για οριζόντια περικοπή συντάξεων άνω ορισμένου ποσού χωρίς την συνεκτίμηση άλλων κριτηρίων όπως λ.χ. η διάρκεια του εργασιακού βίου».
2.Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης
Επαναλαμβάνοντας κατ’ ουσίαν προηγούμενη γνωμοδότησή του που (βλ. Πρακτικά της 4ης Ειδικής Συνεδρίασης της 29ης Ιουνίου 2010), το Δικαστήριο εμμένει στην θέση του ότι η ένταξη των τακτικών δημοσίων υπαλλήλων και λειτουργών σε ενιαίο κλάδο κύριας σύνταξης με τους ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα, δεν συνάδει με τις συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 103, 73 παρ. 2, 98 παρ. 1 περ. δ και στ..
Ειδικότερα, δέχθηκε ότι «Η υπαγωγή με νόμο σε ενιαίο ασφαλιστικό οργανισμό των δημοσίων υπαλλήλων και λειτουργών με τους λοιπούς εργαζόμενους δεν συνάδει με τη θέση που το ισχύον Σύνταγμα επιφυλάσσει σ’ αυτούς, δεδομένου ότι αυτή συνιστά συνταγματικό κεκτημένο, η ανατροπή του οποίου απαιτεί αναθεώρηση των σχετικών συνταγματικών διατάξεων. Περαιτέρω, η ρύθμιση αυτή θέτει ζήτημα αντίθεσης στην αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης που απορρέει από το κράτος δικαίου, δοθέντος ότι η υπαγωγή των εργαζομένων στο σύστημα κοινωνικής ή επαγγελματικής ασφάλισης αποτελεί ουσιώδη παράγοντα που εκτιμάται κατά την επιλογή του επαγγέλματος. Ενόψει αυτών, το υπό εξέταση σχέδιο νόμου, εφόσον στηρίζεται στην ενιαία ασφαλιστική αντιμετώπιση προσώπων που σύμφωνα με το Σύνταγμα δεν μπορούν να υπαχθούν στον ίδιο ασφαλιστικό οργανισμό, εγείρει ζήτημα αντισυνταγματικότητας στο σύνολό του, καθόσον ανατρέπεται το νομοθετικό του θεμέλιο».
3.Εξασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος
Η πλήρης διακοπή της δυνατότητας της κρατικής χρηματοδότησης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης –που αντιφάσκει, πάντως, προς την αναφερόμενη εγγυητική υποχρέωση του Δημοσίου- θέτει ζήτημα συμβατότητας προς το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος (άρθρο 2 παρ. 5)
4.Παλαιοί και νέοι συνταξιούχοι
Αξιοσημείωτη είναι, τέλος, η ειδικότερη γνώμη του Συμβούλου Γεωργίου Βοΐλη, κατά την οποία «η διαφοροποίηση με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 2 των συνταξιούχων ως προς το ύψος της καταβαλλόμενης σύνταξης με βάση το τυχαίο γεγονός του χρόνου εξόδου τους από την υπηρεσία και η εξ αυτού και μόνον διαφοροποίησή τους και η δημιουργία δύο κατηγοριών συνταξιούχων (πριν και μετά το νόμο) ήτοι παλαιών και νέων συνταξιούχων, που με τα ίδια χρόνια υπηρεσίας, τον ίδιο βαθμό και μισθό ενεργείας να λαμβάνουν διαφορετικές συντάξεις, η διαφορά των οποίων μπορεί να φθάνει και στο 35%, αντίκειται στις θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας που επιβάλλουν την ίση μεταχείριση των ομοίων και την αναλογική συνεισφορά στα δημοσιονομικά βάρη, αρχές που παραβιάζονται σαφώς με τις επίμαχες ρυθμίσεις που στηρίζουν την ως άνω διαφοροποίηση στο τυχαίο γεγονός του χρόνου εξόδου των υπαλλήλων και εν συνεχεία συνταξιούχων από την υπηρεσία»
Στο πατραπάνω συνημμένο αρχείο μπορείτε να δείτε ολόκληρη τη γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου