Η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας εκφράζει την καθολική αντίθεσή της στο σχέδιο του ΚΠολΔ που βρίσκεται σε διαδικασία Διαβούλευσης. Τόσο η φιλοσοφία, όσο και οι επιμέρους ρυθμίσεις του Σχεδίου προσκρούουν σε βασικές αρχές του κράτους δικαίου και της δίκαιης δίκης, επιδρούν αρνητικά στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης, προσβάλλουν δικαιώματα των πολιτών, σε αντίθεση με προφανείς παρεμβάσεις υπέρ των πιστωτικών ιδρυμάτων, ενώ υποβαθμίζουν το έργο και τον θεσμικό ρόλο των δικηγόρων.
Συγκεκριμένα και εντελώς ενδεικτικά :
1) Οι ρυθμίσεις πέραν του ότι είναι σε πλείστες όσες περιπτώσεις ανεφάρμοστες, άλλως δυσχερώς εφαρμόσιμες, παραβιάζουν θεμελιώδεις αρχές της δίκαιης πολιτικής δίκης, όπως είναι η αμεσότητα, δημοσιότητα και προφορικότητα της διαδικασίας, η διεξαγωγή της δίκης κατ’ αντιμωλία, η ισότητα των διαδίκων, η ισοπλία, το δικαίωμα άμυνας κ.ά.
2) Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις η δίκη από δημόσια, προφορική και άμεση, μεθίσταται σε διαδικασία άψυχη, άχαρη, μυστική και έμμεση. Οι διάδικοι, από ζώντα υποκείμενα της δικαστικής διαδικασίας, καθίστανται κομιστές εγγράφων, σε μία διαδικασία κατά την οποία η φυσική τους παρουσία μάλλον καθίσταται οχληρή. Από τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων αφαιρείται το θεμελιώδες στοιχείο της θεσμικής τους υπόστασης – το συνηγορείν σε δικαστήριο. Εχέγγυα θεσμικά, τα οποία συγκροτούν τον πυρήνα του θεσμού της απονομής της δικαιοσύνης (θεσμική υποχρέωση του δικαστηρίου να μορφώσει άμεση και προσωπική – βιωματική αντίληψη αναφορικά με τα μέσα αποδείξεως) αντιμετωπίζονται πλέον ως εξοβελιστέα διαδικαστικά εμπόδια, που επιφέρουν χρονοτριβή. Εύλογα, πλέον, γεννάται ο φόβος, ότι η εξυπηρέτηση του δικαιοπολιτικού σκοπού της ταχύτητας στην απονομή της δικαιοσύνης θα πλήξει καίρια θεσμικές εγγυήσεις του πυρήνα της υπόστασής της. Στο βωμό της ταχύτητας, κινδυνεύει να θυσιαστεί η δικαιοσύνη.
3) Η ριζική αναμόρφωση του σταδίου της προδικασίας, στο πλαίσιο της διαγνωστικής δίκης ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, θα αποδειχθεί για μία ακόμη φορά ατελέσφορη – βλ. τις πρόσφατες μη υλοποιηθείσες «ευχές» του νομοθέτη για συζήτηση υποθέσεων και την έκδοση αποφάσεων εντός συντομότατων προθεσμιών – αν δεν συνοδευθεί από τις απαραίτητες υλικοτεχνικές υποδομές. Κατά μείζονα λόγο δεν μπορεί να γίνεται λόγο για έκδοση αποφάσεων ασφαλιστικών μέτρων εντός 48 ωρών και μάλιστα με τις συνταγματικά αίολες συνοπτικές αιτιολογίες.
4) Οι ένορκες βεβαιώσεις, «μέσο αποδεικτικό» επισφαλές, μειωμένης αξιοπιστίας και επικίνδυνο, de facto υποκαθιστούν τις μαρτυρικές καταθέσεις ενώπιον του δικαστηρίου υπό τον άμεσο έλεγχο όλων των παραγόντων της δίκης, με ταυτόχρονη κατάργηση των αρχών της προφορικότητας και της αμεσότητας.
5) Η προτεινόμενη εφαρμογή της μη αρμόζουσας, εν προκειμένω, «ελαστικής» διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων στις δίκες της αναγκαστικής εκτελέσεως, συνοδευόμενη μάλιστα από την κατάργηση της άσκησης ενδίκων μέσων, εισάγει αδικαιολόγητη εξαίρεση από τον πάγιο και γενικό κανόνα της άσκησης ενδίκων μέσων με περαιτέρω συνέπεια τη δημιουργία αντιφατικής νομολογίας, την ανασφάλεια και αβεβαιότητα δικαίου, χωρίς να παρέχεται η δυνατότητα αποκαταστάσεως της ενότητας της νομολογίας από το ακυρωτικό.
6) Τέλος, η θεσμοθέτηση του συστήματος των πολλαπλών κατασχέσεων, θα προκαλέσει μια αδικαιολόγητη επιβάρυνση του καθ’ού η εκτέλεση οφειλέτη, με πολλαπλά δικαστικά έξοδα (περισσότερες ανακοπές, έξοδα μη διενεργηθησόμενων ή άκαρπων πλειστηριασμών κ.λπ.).
Συμπερασματικά η Συντονιστική Επιτροπή διαπιστώνει για μια ακόμη φορά, προχειρότητα και επίκληση «μνημονιακών λογικών» προκειμένου να λυθεί το πρόβλημα της καθυστέρησης των δικών. Ένα πρόβλημα το οποίο δεν θα βρει τη λύση του, αν η ελληνική πολιτεία δεν αποφασίσει να συμμορφωθεί με τις πυλωτικές αποφάσεις του ΕΔΔΑ, οι οποίες αναγορεύουν αυτό, ως πρόβλημα δομικό, συστημικό, δηλαδή που έχει σχέση με τη δημιουργία υποδομών, τόσο σε υλικοτεχνικό επίπεδο όσο και σε προσωπικό.
Επειδή το Σχέδιο Πολιτικής Δικονομίας, όσο και αυτό του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που μόλις χθες δόθηκε σε διαβούλευση, κινούνται στην ίδια λογική του κράτους δικαίου και της δίκαιης δίκης και προσχηματικά έρχονται προς διαβούλευση και ψήφιση εντός ασφυκτικών προθεσμιών.
Επειδή η τακτική της Πολιτείας να νομοθετεί εντελώς πρόχειρα και αναποτελεσματικά, δεν μπορεί να γίνει ανεκτή από το Δικηγορικό Σώμα, αλλά πιστεύουμε και από όλους τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης,
Καλούμε τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κ. Χαράλαμπο Αθανασίου, να ανακοινώσει προθεσμία παράτασης της Διαβούλευσης ώστε να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος για πραγματική συζήτηση και συμμετοχή των εκπροσώπων όλων των φορέων των λειτουργών της Δικαιοσύνης. Διαφορετικά το Δικηγορικό Σώμα επιφυλάσσεται να αντιδράσει στην προαναφερόμενη τακτική του Υπουργείου Δικαιοσύνης, να φέρνει βασικά νομοθετήματα με αδικαιολόγητη σπουδή και θα καταγγείλει αυτή στους πολίτες, αλλά και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, που επιβλέπουν την τήρηση των αρχών της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.