Βιέννη, 15η Φεβρουαρίου 2023
Επιτροπή Δεοντολογίας CCBE
Συμμετέχων Νικόλαος Β.Κουτκιάς (Ελληνική Αντιπροσωπεία /ΔΣΑ)
, Α) Απόφαση ΔΕΕ στην υπόθεση C395/21 σχετικά με τις διατάξεις για τα περί αμοιβής Δικηγόρων.
Στις 12 Ιανουαρίου 2023, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δημοσίευσε την απόφασή του στην υπόθεση C-395/21 σχετικά με την ερμηνεία της Οδηγίας 93/13 για τις καταχρηστικές ρήτρες στις συμβάσεις καταναλωτών και την επενέργεια αυτών στις συμβάσεις παροχής νομικών υπηρεσιών, που συνάπτονται μεταξύ δικηγόρου και εντολέα, ιδίως οι αμοιβές δικηγόρων και η αρχή της ωριαίας αμοιβής.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι ένας όρος σύμβασης για την παροχή νομικών υπηρεσιών που καθορίζει την τιμή με βάση την ωριαία τιμή, χωρίς να παρέχονται στον εντολέα-καταναλωτή πληροφορίες, που να του επιτρέπουν να λάβει μια σοβαρή και ακριβοδίκαιη απόφαση έχοντας πλήρη γνώση των οικονομικών συνεπειών από την εκτέλεση αυτής της σύμβασης, δεν πληροί και δεν ικανοποιεί την νομική απαίτηση να συντάσσεται σε απλή και κατανοητή γλώσσα κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης.
Το εθνικό δικαστήριο μπορεί να αποκαταστήσει την κατάσταση στην οποία θα βρισκόταν ο καταναλωτής ελλείψει καταχρηστικής ρήτρας, αφήνοντας τον πωλητή και δη Δικηγόρο χωρίς αμοιβή για τις παρεχόμενες υπηρεσίες.
Η εν λόγω υπόθεση αφορά Λιθουανό Δικηγόρο, που είχε συνάψει έγγραφη σύμβαση συνεργασίας με εντολέα του, όπου προσδιοριζόταν η χρονομίσθωση των υπηρεσιών , αλλά δεν υπήρχε προηγούμενη εκτίμηση των ωρών, που θα απαιτούνταν για την εκτέλεση του έργου.
Όταν ο Δικηγόρος εξέδωσε το τιμολόγιο του , ο εντολέας αρνήθηκε να το πληρώσει λόγω έλλειψης ενημέρωσης του από πριν σχετικά με τον αριθμό των ωρών που θα απαιτούνταν. Εν συνεχεία ο Δικηγόρος απευθύνθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την αγωγή και κατόπιν ασκήσεως έφεσης τέθηκε ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο και ζήτησε τη νομική συνδρομή του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει να σημειωθεί ότι ήδη τον Οκτώβριο του 2021, η Λιθουανική Αντιπροσωπεία μοιράστηκε με το CCBE τη θέση της για τα νομικά ζητήματα που εγείρονται από την υπόθεση, ζητώντας από το CCBE να τη μοιραστεί με άλλες αντιπροσωπείες και να τις ενημερώσει για τις δυνατότητες παρέμβασης του αντίστοιχου Υπουργείου Δικαιοσύνης ενώπιον του Δικαστηρίου. Το CCBE έλαβε από τη γαλλική αντιπροσωπεία τη γνώμη του National Conseil des Barreaux (CNB). Πέρα από τα συμβατικά ζητήματα, αυτή η υπόθεση μπορεί να εγείρει ανησυχίες σχετικά με τη Δεοντολογία και τους επαγγελματικούς κανόνες για τις αμοιβές των δικηγόρων.
Η Επιτροπή Δεοντολογίας καλείται να συγκεντρώσει πληροφορίες σχετικά με τον αντίκτυπο αυτής της απόφασης στους ισχύοντες κανόνες στις αντιπροσωπείες του CCBE.
Από την άποψη αυτή, η Επιτροπή του CCBE έκρινε ότι η απόφαση αυτή εγείρει ερωτήματα σχετικά με τους ατομικούς όρους και προϋποθέσεις για τις αμοιβές των δικηγόρων και ότι θα εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια να αποφασίσουν την ερμηνεία τους. Σε αυτό το πλαίσιο συζήτησης, είναι σημαντικό να έχουμε καθοδήγηση σχετικά με το τι είναι αποδεκτό και τι δεν θα μπορούσε να είναι αποδεκτό. Υπάρχει μεγάλο περιθώριο για τα Εθνικά Δικαστήρια να αποφασίσουν και να ερμηνεύσουν αυτή την απόφαση. Το σκεπτικό και διατακτικό της απόφασης αυτής θα αποτελέσει αντικείμενο εκ νέου συζήτησης της Επιτροπής Δεοντολογίας και της Επιτροπής των Ευρωπαίων Δικηγόρων.
Βλ.σχετικά: https://curia.europa.eu/jcms/upload/docs/application/pdf/2023-01/cp230013en.pdf
Β) Χρηματοδότηση Δικαστικών Διαφορών Τρίτων [Third party Litigation Funding]
Τα Μέλη της Επιτροπής απασχόλησε και το ζήτημα της κάλυψης των δικαστικών εξόδων ενός διαδίκου από τρίτους-μη διαδίκους, που έλκουν έννομο –οικονομικό συμφέρον είτε μια δίκη είτε από μία διαιτησία από την σκοπιά και την προβληματική του ρόλου του δικηγόρου από πλευράς κανόνων δεοντολογίας. Ο θεσμός της χρηματοδότησης ενός δικαστικού αγώνα από έναν Τρίτο, συνήθως Τράπεζα/Ασφαλιστική Εταιρεία, έλκει την καταγωγή του από την Αυστραλία και γρήγορα διαδόθηκε ως επιχειρηματική πρακτική στις χώρες της Κοινοπολιτείας, που ακολουθούν στο εσωτερικό τους το εθιμικό δίκαιο.
Ζητούμενο στην συζήτηση ήταν κατά πόσο κρίνεται αναγκαία η διαμόρφωσης μιας επίσημης θέσης από την CCBE και εφόσον τούτο αποτελεί ανάγκη, τι είδους και ποιας βαρύτητας πρέπει αυτή να έχει (απόφαση, σύσταση, γνωμοδότηση κλπ).
Επίσης κατέστη σαφές ότι την CCBE και τους εφαρμοστέους δεοντολογικούς και επαγγελματικούς κανόνες δεν μπορεί να αφορά κάθε χορηγία δίκης από τρίτο, αλλά μόνον εκείνες οι χρηματοδοτήσεις που προκαλούν προβλήματα σύγκρουσης συμφερόντων διαδίκου και πληρωτή τρίτου. Με βάση τα παραπάνω δεν μας ενδιαφέρουν οι περιπτώσεις κάλυψης δικαστικών εξόδων από LEGAL AID, από γονιο προς το τέκνο του, από κοινωνικές οργανώσεις σε θύματα γυναικών σωματεμπορίας, ρατσισμού και ξενοφοβίας, αλλά κυρίως σε εκείνες, όπου υπάρχει κερδοσκοπία και κραυγαλέο οικονομικό συμβέρον, στοιχεία που εγκλωβίζουν τον Δικηγόρο και τον καθιστούν υπόχρεο λογοδοσίας τόσο στον φυσικό του εντολέα όσο και στον πληρωτή του. Μέχρι σήμερα εντός της Ένωσης η κάλυψη δικαστικών εξόδων από τρίτο-μη διάδικο δεν προβλέπεται.
Ωστόσο στο σύνθετο αυτό ζήτημα της χρηματοδότησης διαπλέκονται σχέσεις μεταξύ του εντολέα , του χορηγού του και του εντολοδόχου δικηγόρου, ο Δικηγορικός Σύλλογος Παρισίου έχει ήδη τοποθετηθεί με απόφασή του, κατά την οποία στην τριγωνική σχέση εντολέα-δικηγόρου-χρηματοδότηση , ο εντολοδόχος δικηγόρος έχει υποχρέωση πίστης και εχεμύθειας μόνο έναντι του εντολέα του. Από τις χώρες της ΕΕ η Ελλάδα, η Σλοβενία και η Ιρλανδία έχουν σαφείς και ρητές απαγορεύσεις στην πληρωμή ενός δικηγόρου από τρίτον, μη διάδικο, που ανάγεται στην βάση της επαγγελματικής εμπίστευσης και του δικηγορικού απορρήτου.
Στην CCBE ήδη συζητάται το ζήτημα αυτό, στο οποίο διαφαίνονται οι συνέπειες του, καθώς επιφέρει σύγκρουση συμφερόντων και κινδύνους τόσο για τον δικηγόρο όσο και για τον εντολέα διάδικο.
Από την διαλογική συζήτηση , που υπήρξε ανάμεσα στα παρόντα Μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας, το εξαχθέν συμπέρασμα είναι ότι στις χώρες , που δεν απαγορεύεται η κάλυψη ενός δικαστικού αγώνα, από μη διάδικο, οι δικηγόροι πρέπει να λειτουργούν ως εξής:
α) Ο Δικηγόρος, όταν αναλαμβάνει μια εντολή, που θα καλυφθεί από τρίτο-χρηματοδότη πρέπει να είναι σίγουρος ότι κατά τον χειρισμό της υπόθεσης δεν θα απωλέσει την ανεξαρτησία του, λογοδοτεί μόνο στον εντολέα του και επ’ουδενί δέχεται συμβουλές ή παραινέσεις από τον χορηγό της υπόθεσης,
β) Σε πλήρη συμμόρφωση με το γράμμα και το πνεύμα της επαγγελματικής εμπίστευσης στην τριγωνική σχέση, που σχηματίζεται ανάμεσα στον ίδιο, τον εντολέα και τον χορηγό, ο Δικηγόρος πρέπει να απέχει από την αποκάλυψη στον Χορηγό πληροφοριών-αποδεικτικών μέσων της υπόθεσης, που χειρίζεται. γ)Ο Δικηγόρος έχει καθήκον ενημέρωσης και πληροφόρησης μόνο προς τον πελάτη του.
Η συζήτηση για το ζήτημα αυτό θα συνεχιστεί, καθώς το ζήτημα αυτό είναι αυξημένου ενδιαφέροντος και αφορά στην ρύθμιση του πυρήνα του επαγγέλματός μας.
Για την Ελληνική Αντιπροσωπεία
Ο Επικεφαλής
Νικόλαος Β.Κουτκιάς