Δήλωση Προέδρου ΔΣΑ Γιάννη Δ. Αδαμόπουλου για την Επέτειο Αποκατάστασης της Δημοκρατίας>
Τριάντα οκτώ χρόνια έπειτα από την ιστορική στιγμή της αποκατάστασης της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών στη χώρα μας, που έδωσε τέλος στην κατάλυση της συνταγματικής νομιμότητας, μπορεί μεν η εδραίωση του πολιτεύματος να είναι ισχυρή, ωστόσο ζητούμενο εξακολουθεί να παραμένει η ισχυροποίηση των θεσμών και η αποδέσμευση από χρόνιες δυσλειτουργίες που πλήττουν το πολίτευμα και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτό.
Σήμερα, δεν θα ήταν ίσως υπερβολή να παρομοιάσει κανείς τα αισθήματα του μέσου πολίτη με τα αντίστοιχα της χρονικής στιγμής της επανόδου του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή στη χώρα, η οποία συνοδεύτηκε όχι μόνο από την εύρυθμη συνταγματική και πολιτειακή λειτουργία, αλλά και από την προσδοκία μιας κοινωνίας ευνομίας. Πράγματι, μετά από μία παρατεταμένη περίοδο δοκιμασιών, οι ελπίδες και τα οράματα ενός ολόκληρου λαού δείχνουν να ταυτίζονται σε μεγάλο βαθμό και να κυριαρχούνται από την προσδοκία μιας φυγής προς τα εμπρός, που θα σημάνει την αποδέσμευση από το φαύλο παρελθόν και θα σηματοδοτήσει μια νέα πορεία εθνικής ανάτασης που θα αποκαταστήσει την εθνική αξιοπρέπεια και ανεξαρτησία.
Ζητούμενο πλέον είναι να αποφευχθούν λογικές απαξίωσης των δημοκρατικών θεσμών, οι οποίες τείνουν να καλλιεργηθούν εξαιτίας της συσσωρευμένης αγανάκτησης και των προβλημάτων που χρονίζουν, και να ενισχυθούν έμπρακτα θεσμοί-πυλώνες του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, όπως είναι η Δικαιοσύνη και οι αρχές του κοινωνικού κράτους και του κράτους δικαίου, εδραιώνοντας κατ' επέκταση την εμπιστοσύνη τους προς το κράτος. Στο πλαίσιο αυτό, η προσφυγή μας στο μηχανισμό στήριξης των ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ δεν είναι επιτρεπτό να εξακολουθήσει να νομιμοποιεί καθ'οιονδήποτε τρόπο την εμπλοκή εξωθεσμικών παραγόντων στην εγχώρια πολιτική σκηνή και στη χάραξη της εσωτερικής πολιτικής, καθώς ισοδυναμεί στην πράξη με μια αλλοίωση της μορφής του πολιτεύματός μας, που λίγο διαφέρει από την περίοδο της επταετίας.
Παράλληλα, όμως, τις μέρες αυτές η σκέψη όλου του Ελληνισμού βρίσκεται και στην πολύπαθη Κύπρο, μεγάλο τμήμα της οποίας εξακολουθεί να παραμένει υπό τουρκικό ζυγό, κατά τρόπο που συνιστά πλήρη κατάλυση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου και σε καμία περίπτωση δεν περιποιεί τιμή για την Ευρωπαϊκή Ένωση της οποίας μέλος αποτελεί η Κυπριακή Δημοκρατία. Πρέπει να καταστεί αντιληπτό ότι η γραμμή της διχοτόμησης δεν πλήττει απλώς και μόνο τα συμφέροντα ενός εθνικά κυρίαρχου κράτους, αλλά συνιστά διαιώνιση μιας πρωτοφανούς κατάστασης, υπό την ανοχή δυστυχώς της διεθνούς κοινότητας, μόνο μέλημα της οποίας εμφανίζεται να είναι η άσκηση κάθε είδους πιέσεων, οι οποίες καταλήγουν σε λύσεις εθνικά επιζήμιες, ασύμβατες με το ιστορικό παρελθόν της Μεγαλονήσου και, για το λόγο αυτό, μη αποδεκτές.
Οι δημοκρατικές παραδόσεις του λαού μας και συσσώρευση των - πολλές φορές οδυνηρών - εμπειριών του παρελθόντος καλούνται σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, να δράσουν ως ασπίδα προστασίας έναντι κάθε μορφής αυθαιρεσίας. Απώτερη επιδίωξη όλων επιβάλλεται να είναι η αποφυγή των πολιτικών αδιεξόδων του παρελθόντος που πλήγωσαν ανεπανόρθωτα τη χώρα και υποθήκευσαν το μέλλον των επόμενων γενεών, εγκλωβίζοντας τα όνειρα και τις επιδιώξεις των πολιτών μέσα σε ένα κυκεώνα ανάλγητων αριθμητικών μεγεθών.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ